Δίνουν ζεστασιά και θαλπωρή,

ανταμείβονται με αγάπη


18/04/2010 ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗ


Ο Θάνος Παπαδόπουλος, που είναι ο πρόεδρος της Παγκύπριας Οργάνωσης Υιοθεσιών, και η σύζυγός του Φροσούλα, αφού εξάντλησαν όλα τα ιατρικά μέσα που είχαν στη διάθεσή τους για ν’ αποκτήσουν παιδιά και απέτυχαν, αποφάσισαν το 1990, μετά από 15 χρόνια γάμου, να υιοθετήσουν.
Ακολουθώντας τις απαραίτητες διαδικασίες υιοθέτησαν ένα αγόρι από τη Ρουμανία, που ήταν τότε 3,5 ετών, και ένα κορίτσι από την Ελλάδα, που ήταν μόλις 15 ημερών. «Σκοπός ήταν να συμπληρώσουμε την οικογενειακή μας ευτυχία», είπε ο κ. Παπαδόπουλος, προσθέτοντας ότι «σήμερα, με την εξέλιξη της επιστήμης, οι πιθανότητες ένα ζευγάρι να μην αποκτήσει παιδί, ίσως να είναι λιγότερες. Γι’ αυτό και τα άτομα που υιοθετούν, έχουν μειωθεί. Πριν από την δεκαετία του ’90, υπήρχε ένα ταμπού όσον αφορά τις υιοθεσίες. Μάλιστα, αποκαλούσαν τα συγκεκριμένα παιδιά "αναγιωτά", κάτι που ακουγόταν πολύ άσχημα. Μέσω της Οργάνωσης προσπαθήσαμε να σβήσουμε τη λέξη αυτή», ανέφερε ο πρόεδρος της Οργάνωσης. Εξαιρετικά σημαντικό, σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι οι γονείς που υιοθετούν, να λένε στο παιδί σε όσο πιο μικρή ηλικία γίνεται ότι δεν είναι οι φυσικοί του γονείς, καθώς εάν το μάθει από αλλού θα είναι ακόμα πιο δύσκολο. Εμείς τους το είπαμε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και σιγά-σιγά τα παιδιά συνήθισαν στο άκουσμα της λέξης υιοθεσία», υπογράμμισε ο κ. Παπαδόπουλος.


Κουβαλούσε κατάλοιπα..


Ερωτηθείς για το πώς αντιδρούσε ο γιος του στην αλλαγή περιβάλλοντος, ανέφερε ότι «το πρώτο διάστημα συμπεριφερόταν σαν να ήταν ακόμη στο ορφανοτροφείο της Ρουμανίας. Φαινόταν να φοβάται, ίσως επειδή δεν τους χειρίζονταν σωστά εκεί στο Ίδρυμα. Για παράδειγμα, όταν κάποιος δίπλα του έκανε απότομη κίνηση, αμέσως το σώμα του έπαιρνε αμυντική στάση. Επίσης, για αρκετό διάστημα φύλαγε κάτω από το κρεβάτι του τρόφιμα, μήπως βρεθεί κάποια στιγμή χωρίς φαγητό. Αυτά ήταν τραυματικές εμπειρίες από τη Ρουμανία. Στην πορεία, όμως, τα άφησε πίσω του». Μάλιστα, όπως ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος, ο γιος του άρχισε να νιώθει τόσο Κύπριος, που σε αντικατοχικές εκδηλώσεις φώναζε συνθήματα εναντίον της κατοχής.
Γονιός λέγεται κάποιος που έχει ζήσει τη γέννηση του παιδιού του, ήταν η επόμενη επισήμανση που κάναμε προς τον κ. Παπαδόπουλο. Ο ίδιος απάντησε: «Ένα θα σας πω. Οι πρώτες 15 ημέρες παραμονής των παιδιών στο σπίτι, βαρούσαν περισσότερο από τα 15 χρόνια γάμου μας, που δεν είχαμε παιδιά».
Ρωτήσαμε τον κ. Παπαδόπουλο αν η 20χρονη σήμερα κόρη του, που προέρχεται από μία πολυμελή και φτωχή οικογένεια της Ελλάδας, ζήτησε να βρει τους βιολογικούς της γονείς. Η απάντηση ήταν αρνητική, ωστόσο τον προκαλέσαμε να μας πει τι θα έκανε αν του ζητούσε κάτι τέτοιο: «Όταν θα το θελήσει, είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε. Θα την πάρω εγώ ο ίδιος εκεί».


«Δεν μας βοηθούν»


Ο κ. Παπαδόπουλος μαζί με άλλα ζευγάρια, που ήθελαν να υιοθετήσουν παιδιά, ίδρυσαν το Φεβρουάριο του 1990 την Παγκύπρια Οργάνωση Υιοθεσιών, της οποίας ηγείται ο ίδιος. Η οργάνωση αριθμεί σήμερα γύρω στα 200 μέλη. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της οργάνωσης, πολλοί που τελικά υιοθετούν παιδιά, «μετά από κάποιο διάστημα εξαφανίζονται. Συνήθως είναι αυτοί που δεν θέλουν να μάθουν τα παιδιά τους ότι είναι υιοθετημένα και έτσι τα απομακρύνουν από το περιβάλλον της οργάνωσης». Ο κ. Παπαδόπουλος εξέφρασε το παράπονό του στη συνέχεια, ότι «καμία από τις εκάστοτε κυβερνήσεις δεν τους βοήθησε οικονομικά ή ηθικά, όπως συχνά ζητούσαν». Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι οι κυβερνήσεις «δεν έλαβαν ποτέ σοβαρά υπόψη την ύπαρξη της οργάνωσης, τα προβλήματά της». Ωστόσο, ξεκαθάρισε ότι «η οργάνωση έχει νομική υπόσταση».
Αφορμή για την ίδρυση της Παγκύπριας Οργάνωσης Υιοθεσιών στάθηκε ο αυξημένος αριθμός παιδιών χωρίς οικογένεια στη Ρουμανία, με την πτώση του Ρουμάνου Προέδρου Νικολάε Τσαουσέσκου. «Όταν, λοιπόν», εξήγησε, «ζητήσαμε στήριξη του κράτους, αυτό μας απέτρεπε τότε να υιοθετήσουμε παιδιά από εκεί, λέγοντας ότι έπασχαν από διάφορες ασθένειες. Έτσι αποφασίσαμε να ιδρύσουμε την οργάνωση». Η Οργάνωση είναι μη κερδοσκοπική και μη κυβερνητική και στηρίζεται από ειδικούς ψυχολόγους και άλλους, του οποίους γονείς και παιδιά μπορούν να τους συμβουλευτούν. Η συνδρομή για τα άτομα που θέλουν να γίνουν μέλη στην Παγκύπρια Οργάνωση Υιοθεσιών είναι 20 ευρώ ετησίως, με σκοπό να καλύπτονται κάποια λειτουργικά έξοδα.


Κριτήρια υιοθεσίας


«Υιοθεσία είναι η νομική πράξη που καθιστά ένα παιδί που δεν μπορεί να ζήσει με τη φυσική του οικογένεια, μόνιμο μέλος της οικογένειας που το υιοθετεί ως να έχει γεννηθεί σε αυτήν», εξήγησε η Χριστίνα Κοντού, Λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών, προσθέτοντας ότι «οι υιοθετούντες γονείς γίνονται οι νέοι γονείς και δεν διαφέρουν νομικά από τους φυσικούς γονείς. Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φυσικών γονιών έναντι του προς υιοθεσία παιδιού, μεταβιβάζονται στους υιοθετούντες γονείς αμέσως μετά την έκδοση του διατάγματος υιοθεσίας από το Δικαστήριο». Σύμφωνα με τα στοιχεία των Κοινωνικών Υπηρεσιών, «τα διατάγματα υιοθεσίας, που εκδόθηκαν στην Κύπρο από το 2004 μέχρι το 2009, είναι 564. Αναλυτικότερα, έγιναν 74 το 2004, 100 το 2005, 115 το 2006, 103 το 2007, 81 το 2008 και 91 το 2009. Ο αριθμός των διαταγμάτων διακρατικής υιοθεσίας που έχει εκδοθεί σε χώρα του εξωτερικού τις ίδιες χρονιές ανήλθε στα 99. Συγκεκριμένα, έγιναν 19 το 2004, 15 το 2005, 10 το 2006, 19 το 2007, 23 το 2008 και 13 το 2009. Ο συνολικός αριθμός υιοθεσιών είναι 663. Οι χώρες από τις οποίες συνήθως υιοθετούνται παιδιά είναι η Κύπρος, η Βουλγαρία, η Ρωσία, η Λευκορωσία, ο Λίβανος και οι Φιλιππίνες. Οι ηλικίες των παιδιών κυμαίνονται από ενός μέχρι έξι χρονών».
Η κ. Κοντού εξήγησε ότι, «σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Υιοθεσίας Νόμου 19(I)/95, αίτηση για υιοθεσία μπορούν να υποβάλουν πρόσωπα που είναι μόνιμοι κάτοικοι της Δημοκρατίας, που έχουν συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας τους και το Δικαστήριο κρίνει ότι η υιοθεσία δεν συνεπάγεται κινδύνους για το υιοθετούμενο και είναι γενικά προς το συμφέρον του αν ληφθεί υπόψη η διαφορά ηλικίας μεταξύ υιοθετούντος και υιοθετουμένου». Η Λειτουργός ανέφερε, επίσης, ότι «διάταγμα υιοθεσίας μπορεί να εκδοθεί και έπειτα από αίτηση ενός μόνο προσώπου που δεν είναι έγγαμο, αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι. Καθήκον του Λειτουργού Ευημερίας, που μελετά την έκθεση καταλληλότητας των αιτητών, είναι να εξετάσει όλες τις περιστάσεις τους, όπως το ατομικό και οικογενειακό τους ιστορικό, το ιστορικό του γάμου τους, τις συνθήκες διαβίωσής τους, την οικονομική τους κατάσταση, τη στάση απέναντι στο θέμα της ατεκνίας τους, την περιγραφή των κινήτρων τους για υιοθεσία, την ικανότητά τους να ασκήσουν ικανοποιητικά τον γονεϊκό ρόλο, τη στάση απέναντι στην υιοθεσία και το ιατρικό ιστορικό τους».


Υιοθετούν με προυποθέσεις οι Κύπριοι


ΣΕ σχετική ερώτηση, η κ. Κοντού απάντησε ότι «τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση στις αιτήσεις που λαμβάνονται για υιοθεσία, γεγονός που αποδεικνύει ότι στην Κύπρο έχουν αρχίσει να ξεπερνιούνται οποιεσδήποτε προκαταλήψεις τυχόν να υπήρχαν στο παρελθόν». Ωστόσο, είπε, «είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι οι Κύπριοι πολίτες είναι πρόθυμοι να προχωρούν με υιοθεσία παιδιού που πληροί συνήθως συγκεκριμένες προϋποθέσεις σχετικά με την ηλικία του, την υγεία και την καταγωγή του. Δεν είναι ακόμη έτοιμοι να υιοθετούν παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, παιδιά με ειδικές ανάγκες ή παιδιά διαφορετικής διαφυλετικής καταγωγής. Με την ολοκλήρωση εθνικής υιοθεσίας, που έχει γίνει σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Υιοθεσίας Νόμου», κατέληξε η Λειτουργός, «οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δεν επιβλέπουν την προσαρμογή του υιοθετημένου παιδιού αφού δεν υπάρχει σχετική πρόνοια στην εν λόγω νομοθεσία. Όμως, σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν υπόνοιες είτε πληροφορίες για παραμέληση ή κακοποίηση ενός υιοθετημένου παιδιού, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δύνανται να επέμβουν με απώτερο στόχο την προστασία του παιδιού σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Παίδων Νόμου και του Νόμου περί Βίας στην Οικογένεια».


Επτά ανάδοχες οικογένειες σε αναμονή


ΣΥΜΦΩΝΑ με τη Λειτουργό των Κοινωνικών Υπηρεσιών Μαρία Κυρατζή, ανάδοχοι γονείς «είναι άτομα τα οποία προσφέρουν ένα ζεστό και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον σε παιδιά που έχουν μετακινηθεί από τη φυσική τους οικογένεια, για ένα χρονικό διάστημα. Οι ανάδοχοι γονείς, σαν υποκατάστατη οικογένεια, βοηθούν τα παιδιά να αναπτυχθούν και να μεγαλώσουν σωστά. Τη νομική ευθύνη για τα παιδιά εξακολουθεί να έχει η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και τυγχάνουν στήριξης από Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών. Οι ανάγκες συντήρησης του παιδιού καλύπτονται από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, δίνοντας στους ανάδοχους γονείς συγκεκριμένο μηνιαίο ποσό». Η Λειτουργός πρόσθεσε ότι σήμερα «υπάρχουν 195 εγκεκριμένες ανάδοχες οικογένειες, από τις οποίες στις 188 έχουν τοποθετηθεί παιδιά, ενώ οι άλλες επτά αναμένουν να αναλάβουν παιδιά». Ανέφερε στη συνέχεια ότι «οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται για το πρόγραμμα της ανάδοχης φροντίδας παιδιού μπορεί να υποβάλει προφορικό ή γραπτό αίτημα προς τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας». Βασικά κριτήρια για έγκριση των ανάδοχων γονέων, σημείωσε, είναι «να είναι ενήλικα άτομα με καλή φυσική, ψυχική και συναισθηματική υγεία, να έχουν αποθέματα αγάπης για ένα ξένο παιδί, τα δε δικά τους παιδιά θα πρέπει να γνωρίζουν και να αναμένουν ότι θα μοιράζονται την αγάπη αυτή. Να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν ποικίλες καταστάσεις, συμπεριφορές και συναισθήματα των ανάδοχων παιδιών, να διαθέτουν υπομονή και ικανότητα όσον αφορά το χειρισμό και τη φροντίδα παιδιών, να προσφέρουν θετικές εμπειρίες ομαλής οικογενειακής ζωής, να είναι ευέλικτοι και να διαθέτουν ψηλό επίπεδο κατανόησης, ανοχής και αποδοχής της φυσικής οικογένειας του παιδιού».
Η κ. Κυρατζή εξήγησε ότι το κάθε ανάδοχο παιδί συνταιριάζεται με μία ανάδοχη οικογένεια, επίσης με κριτήρια όπως «η ηλικία και το ιστορικό του παιδιού σε σχέση με αυτά των αναδόχων, το χρονικό πλαίσιο τοποθέτησης, η κατάσταση υγείας και η ψυχοσυναισθηματική κατάστασή του, η οποία γνωστοποιείται και γίνεται αποδεκτή από τους αναδόχους, η διαφορετικότητα του παιδιού σε σχέση με την καταγωγή, ταυτότητα, σεξουαλικότητα, κουλτούρα, θρησκεία και γλώσσα, τα οποία αντιμετωπίζονται χωρίς διάκριση διασφαλίζοντας το δικαίωμα διατήρησης και ανάπτυξής τους, η επικοινωνία του παιδιού με τα μέλη της φυσικής οικογένειάς του και άτομα του συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντός του, και η πρόθεση και συνεχής επιδίωξη των αναδόχων να προσφέρουν ένα υγιές και ωφέλιμο οικογενειακό περιβάλλον στο παιδί σε συνεργασία με το Λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας που χειρίζεται το παιδί».


Επιστροφή μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν


ΕΡΩΤΗΘΕΙΣΑ τι γίνεται όταν τα ανάδοχα παιδιά πρέπει να επιστρέψουν στη φυσική τους οικογένεια, η κ. Κυρατζή δήλωσε ότι «οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας έχουν κύρια επιδίωξη την επιστροφή των παιδιών στη φυσική τους οικογένεια μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν. Το παιδί, οι φυσικοί και ανάδοχοι γονείς είναι ενήμεροι και στη συνεργασία τους με το Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών τυγχάνουν εξατομικευμένης στήριξης». Σε άλλη ερώτηση ως προς το πότε μια μητέρα κρίνεται ακατάλληλη να μεγαλώσει το παιδί της, η Λειτουργός είπε ότι «η παραμέληση, κακομεταχείριση ή ακόμη και εγκατάλειψή τους από τους γονείς ή κηδεμόνες τους ή και κακή άσκηση του γονεϊκού τους ρόλου», είναι οι βασικοί λόγοι. Τόνισε, ωστόσο, ότι «η μετακίνηση παιδιών από τους φυσικούς γονείς του, αποτελεί το τελευταίο μέτρο που λαμβάνεται για τη διασφάλιση της προστασίας του παιδιού και αφού εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες στήριξης της οικογένειας, ώστε να παραμείνει το παιδί κοντά της». Η διατήρηση επικοινωνίας του παιδιού με τους ανάδοχους γονείς μετά την επιστροφή τους στη φυσική οικογένεια «εκτιμάται ανάλογα με τα περιστατικά της εκάστοτε περίπτωσης και τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού», σημείωσε η κ. Κυρατζή, καταλήγοντας ότι «τα τελευταία χρόνια υπάρχει σταθερό ενδιαφέρον από το κοινό για να αναλάβουν ως ανάδοχοι γονείς, ωστόσο υπάρχει ανάγκη για εντοπισμό επιπλέον ατόμων. Οι λόγοι που δεν αποτείνεται το κοινό για το πρόγραμμα αφορούν, μάλλον, μειωμένη ενημέρωσή του, παρά ταμπού». http://www.sigmalive.com/simerini/news/social/257558

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα