Η μητρική αγάπη

ή

η αμαρτία της μητρότητας



Βασικά είχα καταλάβει ότι η μητρότητα στο πέρασμα των αιώνων, δεν αποτελούσε και κάποια σπουδαία υπόθεση. Το παιδί ήταν κτήμα του πατέρα, ο οποίος όριζε την ζωή του και μπορούσε να ορίσει και τον θάνατο του. Από την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την επικράτηση του χριστιανισμού, ένιωθα ότι έμπαινε σε μια άλλη περίοδο, όπου η θρησκεία καθόριζε το παιχνίδι σε ανατολή και δύση. Μετά το σχίσμα των εκκλησιών ανάμεσα στους καθολικούς και τους ορθόδοξους, διέκρινα μια διαφορετική αντιμετώπιση της γυναίκας και περισσότερο της μητρότητας και του ίδιου του παιδιού και της διαπαιδαγώγησης του. Η μητρότητα ήταν κλειδωμένη ανελεύθερη και φοβισμένη μέσα στους αιώνες. Η Μητέρα δεν είχε δικαιώματα, δεν όριζε τα παιδιά της και έπρεπε να είναι έτοιμη να τα στερηθεί ανά πάσα στιγμή. Άρα η σχέση αυτή, η μητρική σχέση ήταν μια σχέση καταπιεσμένη, μια σχέση ανελεύθερη από την ανδρική-πατρική παρουσία. Βέβαια αυτή η ανδρική καταπίεση, λένε μερικοί θεωρητικοί, δεν μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα της σχέσης μητέρας-παιδιού. Λένε επίσης ότι η μητρική αγάπη είναι πάνω από όλες αυτές τις λειτουργίες και αποτελεί κάτι ξεχωριστό διότι,

«α) το παιδί είναι πράγματι « σαρξ εκ της σαρκός της», Επί εννέα μήνες το σώμα της δεν ξεχωρίζει από το δικό της κουβαλάει μέσα της και δεν το ξεχωρίζει από το δικό της.

β) Κοπιάζει, πονά και την ζωή θέτει σε κίνδυνο κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού. Σχετικά με αυτό ο Σωκράτης λέει «η γυναίκα αφού μείνει έγκυος, φέρει το φορτίο (του εμβρύου), βαραίνει και κινδυνεύει την ζωή της και δίνει τροφή από αυτή που τρέφεται κι αφού με πολύ πόνο το φέρει σε πλήρη ανάπτυξη, το γεννά, το τρέφει και το φροντίζει»

γ)Με το γάλα της το τρέφει για μικρό, ή, μακρό χρονικό διάστημα και οι φροντίδες και περιποίηση της πρώτης περιόδου του νεογνού είναι συνήθως δικό της μέλημα επειδή «υπάρχει έμφυτος στις μητέρες ο πόθος να εκτραφούν τα τέκνα τους»1

Στο δυτικό κόσμο όμως η μητρότητα δεν έχει καμία αναγνώριση, αντιθέτως η ενασχόληση με τα μητρικά καθήκοντα δήλωνε σχεδόν την κοινωνική απαξίωση. Επίσης στο δυτικό κόσμο με την βοήθεια του Άγιου Αυγουστίνου η παρουσία του παιδιού αντιπροσωπεύει την δύναμη του κακού. Μια ατελής ύπαρξη εξαντλημένη από το βάρος της προπατορικού αμαρτήματος.

Ο Ρίτσαρντ ‘Αλληστρη το 1676 έγραφε.

«Το νεογέννητο μωρό είναι γεμάτο από τις κηλίδες και την λάσπη της αμαρτίας που την κληρονομήσαμε από τους πρώτους μας γεννήτορες, μέσα στα νεφρά μας»2

Σέρνεται σαν φίδι στο πάτωμα και θέλει να σαγηνεύσει τους πάντες. Κανείς δεν πρέπει να του δείξει εμπιστοσύνη κανείς δεν πρέπει να το πλησιάσει με τρυφερότητα, κανείς δεν πρέπει να του κάνει το χατίρι διότι

«Διότι αν το αφήσουμε να κάνει αυτό που θέλει, δεν θα υπήρχε κακούργημα που να μην περιμέναμε να έρθει»3 . «Όχι μόνο η παιδική ηλικία δεν είχε καμία αξία και καμία ιδιαιτερότητα, αλλά αντιθέτως ήταν σημάδι της διαφθοράς των γονέων. Γίνονται αμαρτωλοί και το καλύτερο γι’ αυτούς θα ήταν να απελευθερωθούν από αυτό το βάρος, από τα παιδιά»4.

Ο θηλασμός μπορεί να είναι μια φυσική ανάγκη, μια λειτουργία της φύσης, αλλά για την επίσημη εκκλησία. ήταν μια αμαρτία. Η γυναίκα δεν ήταν σωστό να βυζαίνει το παιδί της, διότι του πρόσφερε ευχαρίστηση, και έπαιρνε ευχαρίστηση και αυτή, πράγμα ένοχο και για τους δύο. Διότι το παιδί με αυτό τον τρόπο μπορούσε να χάσει την ηθικότητα του, καθώς και η μητέρα του.

Η γυναίκα λοιπόν σαν μητέρα το μόνο που έκανε σύμφωνα μα τον Άγιο Αυγουστίνο, ήταν να φέρει στον κόσμο μικρά διαβολάκια που θα κατάλυαν το ευλογημένο σύμπαν του θεού. Έτσι για αιώνες μανάδες δεν θήλαζαν τα παιδιά τους. Και δεν ήταν μόνο αυτό αλλά και η τρυφερότητα, η τρυφερότητα η οποία εκφραζόταν δια μέσου αυτής της πράξης, ήταν κάτι το απαγορευμένο, όχι μόνο από την θρησκεία αλλά και από την κοινωνία , εφ’ όσον

«Το να ταΐζει μια μητέρα μόνη της το παιδί της, φανέρωνε ότι δεν ανήκε στην καλή κοινωνία»5.

Ο Άγιος Αυγουστίνος κηρύσσει τον πόλεμο στην παιδική ηλικία.

Ο Άγιος Αυγουστίνος συνομιλεί με τον θεό και φέρνει αντιρρήσεις στο θέμα της αθωότητας του παιδιού. «Όχι!!!» Φωνάζει

«το παιδί δεν είναι αθώο, η αξία του παιδιού είναι μια αρνητική αξία, είναι μια φιγούρα της ανθρώπινης αθλιότητας. Κουβαλάει μαζί του την αμαρτία. γι’ αυτό δεν πρέπει να δείξουμε κάποια αδυναμία. Προσοχή γονείς πρέπει να κρατάτε απόσταση από τα παιδιά και δεν χρειάζονται επαφές. Οι επαφές αυτές είναι αμαρτωλές επαφές που κάνουν το παιδί βιτσιόζικο και τον γονέα εγωιστή».6

Η αλήθεια είναι ότι ο θηλασμός μπορεί να είναι μια φυσική ανάγκη, μια λειτουργία της φύσης, αλλά για την επίσημη εκκλησία. ήταν μια αμαρτία. Η γυναίκα δεν ήταν σωστό να βυζαίνει το παιδί της, διότι του πρόσφερε ευχαρίστηση, και έπαιρνε ευχαρίστηση και αυτή, πράγμα ένοχο και για τους δύο. Διότι το παιδί με αυτό τον τρόπο μπορούσε να χάσει την ηθικότητα του, καθώς και η μητέρα του.

Η γυναίκα λοιπόν σαν μητέρα το μόνο που έκανε σύμφωνα μα τον Άγιο Αυγουστίνο, ήταν να φέρει στον κόσμο μικρά διαβολάκια που θα κατάλυαν το ευλογημένο σύμπαν του θεού. Έτσι για αιώνες μανάδες δεν θήλαζαν τα παιδιά τους. Και δεν ήταν μόνο αυτό αλλά και η τρυφερότητα, η τρυφερότητα η οποία εκφραζόταν δια μέσου αυτής της πράξης, ήταν κάτι το απαγορευμένο, όχι μόνο από την θρησκεία αλλά και από την κοινωνία , εφ’ όσον

«Το να ταΐζει μια μητέρα μόνη της το παιδί της, φανέρωνε ότι δεν ανήκε στην καλή κοινωνία»7.

Αλλά και η φιλοσοφία μέσω του Καρτέσιου εκφράζεται υποτιμητικά και ασκεί κριτική στην παιδική ηλικία λέγοντας πως δεν είναι ο χώρος της αμαρτίας όπως έλεγε ο Άγιος Αυγουστίνος, αλλά ότι η παιδική ηλικία είναι η τοποθεσία του λάθους. «Το παιδί», λέει ο Καρτέσιος, «δεν έχει άλλες σκέψεις παρά αυτές που γεννιόνται μέσω του σώματος……………… Σκέψεις απογυμνωμένες από κρίση και κριτική όπου η παιδική ψυχή αφήνεται να οδηγηθεί από την αίσθηση της ευχαρίστησης και του πόνου. Είναι καταδικασμένη σε ένα συνεχές λάθος»8 .

Αυτές οι ιδέες είχαν ξεκινήσει από πολύ πιο πριν .Το ερώτημα, κληρονομικότητα η περιβάλλον, το οποίο ήταν κατ’ αρχάς ένα ερώτημα της φιλοσοφίας και μετά των κοινωνικών επιστημών. Η θρησκεία, αυτό το ερώτημα το διατύπωσε διαφορετικά. Μίλησε για την καλή, ή, την κακή φύση του ανθρώπου. Και η κακή φύση ήταν επιρεασμένη από το διάβολο ενώ η καλή από τον θεό.

Η παιδαγωγική επιστήμη καθώς και άλλες επιστήμες μετά από την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, περνάνε στα χέρια της θρησκείας και των διαφόρων εκκλησιών, των διαφορετικών δογμάτων, και στα οποία προσαρμόζεται σύμφωνα με την εκάστοτε θρησκευτική φιλοσοφία. Αλλά και μέσα στην θρησκεία αυτό το ερώτημα της κακής ,ή, της καλής φύσης του ανθρώπου είχε δημιουργήσει ρήγμα.

Το παιδί δεν υπολογιζόταν σαν άνθρωπος.

Αυτό δεν σημαίνει ότι πριν κατείχε μια καλύτερη θέση αλλά, τον 16το αιώνα το παιδί ήταν κάτι ανάμεσα στο ζώο και τον μικρό άνθρωπο. Άνθρωπος θα γινόταν όταν θα ενηλικιωνόταν, όταν θα μεγάλωνε. Έτσι τόσο ο Άγιος Αυγουστίνος όσο και ο Καρτέσιος έκαναν μια σύγκριση ανάμεσα στο παιδί και τον άνθρωπο-ενήλικα, όπου το παιδί εμφανιζόταν πάντα ανεπαρκή, χαμένο, χωρίς να ξέρει τι θέλει. Από την μια το παιδί αντιμετωπιζόταν σαν μικρός ενήλικας και από την άλλη ήταν ο φορέας της αμαρτίας. Από την μια υστερούσε από τον ενήλικα και στην σύγκρισή μαζί του, γινόταν αντικείμενο κοροϊδίας και εξευτελισμού, διότι δεν μπορούσε πρακτικά, να κάνει αυτά που κάνει ένας ενήλικας. Και από την άλλη ήταν βουτηγμένο στην αμαρτία. Σε αυτή την περίπτωση, η παρουσία των παιδιών έπαιρνε αξία μόνο από την υπηρεσία την οποία προσέφεραν στους γονείς και τον τρόπο με την οποία την προσέφεραν. Όσο περισσότερο υποταγμένα, υπάκουα, περιορισμένα ήταν τόσο καλύτερα παιδιά εθεωρούντο.

..Είναι καταπληκτικό αυτό που συμβαίνει, στο δυτικό κόσμο εκείνη την εποχή. Το παιδί ήταν σαν ένα σκυλάκι, σαν μια κούκλα όπου θα μπορούσε κανείς να παίξει κανείς μαζί του. Κάπου θυμάμαι πως είχα διαβάσει ότι, Στα καθώς πρέπει σπίτια, αφού έντυναν το παιδί, περνούσαν από τα ρούχα του λαστιχένιους ιμάντες και το κρεμούσαν πάνω από το γονικό κρεβάτι. Έπειτα οι γονείς ξαπλωμένοι, μπορούσαν να το σπρώξουν, να το τραβήξουν και μετά να το αφήσουν, να το βλέπουν να κουνιέται και να πηγαινοέρχεται σαν παιχνιδάκι και διασκέδαζαν με τις αντιδράσεις του. Δεν έδινα καμιά σημασία, ακόμα και αν έβαζε τα κλάματα. Η σκέψη ότι αυτό το κλάμα είναι διαβολικό και έχει πάρει την μορφή της ικεσίας, για να σαγηνεύσει, έκανε τους γονείς. να το αφήνουν να σκάει στο κλάμα, έτσι κρεμασμένο και αξιοθρήνητο, ή στην χειρότερη κατάσταση το έδερναν για να σταματήσει.

Το ξύλο ήταν μέσο σύνεσης. Συνήθως σε αυτές της περιπτώσεις μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το μαστίγιο…...Αλλά το ξύλο ήταν το λιγότερο, η εγκατάλειψη των παιδιών στο ύπαιθρο για να το κατασπαράξουν τα ζώα, ήταν ένα σύνηθες περιστατικό. Όπως και η έκθεσή τους στο κρύο, οι ακρωτηριασμοί! Υπήρχαν χώροι όπου πετάγανε τα κομμένα παιδικά μέλη. Ποδαράκια, μπρατσάκια υπήρχαν δίπλα στους σκουπιδότοπους, όπου μαζεύονταν αδέσποτοι σκύλοι και σιτίζονταν.

Οι θάνατοι παιδιών και περισσότερο κοριτσιών, αποτελούσε το έθιμο αιώνων για όλους σχεδόν τους πολιτισμούς. Από την προϊστορία μέχρι τον 19ατο αιώνα π.χ. η παιδοκτονία ήταν μια πραγματικότητα την οποία την συναντάμε στην αρχαιότητα, στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, στο βυζάντιο και μετά στο μεσαίωνα μέχρι την αναγέννηση. Η έννοια της καταπολέμησης του κακού, παραχωρούσε το απεριόριστο δικαίωμα επέμβασης και υποβολής αυστηρών κανόνων στα παιδιά και μέσω της τιμωρίας και της ταπείνωσης, της σάρκας. Έτσι πιστεύανε, ότι απέτρεπαν την κακιά φύση και την συνέτιζαν, για να δημιουργήσουν τον καλό άνθρωπο. Σύμφωνα πάντα με το δόγμα ότι το σώμα είναι η φυλακή της ψυχής

Κάπου όλα αυτά τα απίστευτα, άλλοι συγγραφείς τα αμφισβητούσαν. Η κατάσταση για αυτούς δεν ήταν τόσο τραγική. Έφερναν μάλιστα και μαρτυρίες για να στηρίξουν την θέση τους. Υποστήριζαν ότι το παιδί είχε μια σημαντική θέση μέσα στην κοινωνία, καταδείκνυαν ότι οι σχέσεις γονέων παιδιών κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, ήταν όπως σήμερα, όπως τον 20ο αιώνα. Μετά την πτώση του Βυζαντίου, και μετά την επανάσταση του ’21 μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, το παιδί κατείχε μια ζηλευτή θέση σε σχέση με τον τότε δυτικό κόσμο..

«Μια πρώτη αίσθηση που προκαλούν τα ιατρικά, τα παιδαγωγικά, τα θρησκευτικά και άλλα κείμενα της εποχής είναι ότι το παιδί αντιμετωπίζεται σαν ένα πλάσμα αθώο, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση που χρειάζεται καθοδήγηση και προστασία. Συγγραφείς ποιητές, παιδαγωγοί στρέφονται προς την παιδική ηλικία. Αυτήν την περίοδο της ανεμελιάς και της αθωότητας με τρυφερότητα και επιείκεια. Το παιδί αντιμετωπιζόταν ως άτομο με ιδιομορφίες, ειδικές ανάγκες και δικαιώματα Γίνεται σύμβολο της οικογενειακής ενότητας και ευτυχίας»9.

.

Σύμφωνα με τον Σ. Φρόιντ, μια πραγματική αγάπη κτίζεται μέσα από στην σχέση της μητέρας με το παιδί της και η εξέλιξή της καθορίζεται από την ποιότητα της παρουσίας της.. Η αγάπη και η ευχαρίστηση. μοιράζεται ανάμεσα στην μητέρα και το παιδί μέσα ακριβώς σ αυτή την σχέση. Όλες σχεδόν οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις θεωρούν ότι αυτές τις ιδιαίτερες στιγμές μητέρας παιδιού, είναι θεμελιώδεις για την περαιτέρω ανάπτυξη και των δυο.

«Το παιδί γίνεται σύμβολο της οικογενειακής ενότητας και ευτυχίας» Αυτή η έκφραση με έκανε να νιώσω ότι έφτασα στο τώρα. Ότι έφθασα στην αφετηρία του σήμερα. Το συμπέρασμα από το τότε και το σήμερα ήταν ότι, οι κύριοι εχθροί του παιδιού είναι η συναισθηματική φτώχεια και η αμάθεια.

Βιβλιογραφία:

1 «Άγνωστες πτυχές της αρχαίας ζωής και αγωγής» Αναστάσιος Β Γιαννικόπουλος

2 επιμέλεια Λουντ Ντεμόζ «Η ιστορία της παιδικής ηλικίας»

3 Elisabeth Badinter «L amour en plus»

4 το ίδιο

5 το ίδιο

6 Το ίδιο

7 το ίδιο

8 το ίδιο

9 Πελαγία Σουτζόγλου-Κοτταρίδη «Παιδί και υγεία στα πρώτα χρόνια της ανεξάρτητης Ελλάδας» 1830-1862

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα