Η έννοια του ρητορικού ήθους





Κάθε εκφορά λόγου περιλαμβάνει πάντα την – ηθελημένη ή αθέλητη – κατασκευή μιας εικόνας του εαυτού. Ο εκάστοτε ομιλητής προβάλλει μια εικόνα της προσωπικότητας του που συμβάλλει στο βαθμό αποδοχής των λεγομένων του το ίδιο, αν όχι περισσότερο, από τα ίδια του τα λεγόμενα. Αυτό που σχηματικά θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «ρητορικό ήθος» - ένα χαρακτηρισμό που παραλαμβάνουμε από την τριμερή διάκριση των έντεχνων πίστεων κατά Αριστοτέλη σε ήθος, πάθος και λόγο – αποτελεί μια σημαντικότατη έννοια στην ανάλυση λόγου.

Η έννοια του ρητορικού ήθους στην αριστοτελική διδασκαλία περί ρητορικής έχει μάλλον παραγνωριστεί. Στην αναβίωση της ρητορικής τον 20ο αιώνα – με κείμενο αναφορά το Traité de l’argumentation των Perelman και Olbrechts-Tyteca – το ρητορικό ήθος καταλαμβάνει ρόλο περιθωριακό και η ανάλυσή του εξαντλείται σε μερικές κοινότοπες διαπιστώσεις:

«Αν το πρόσωπο του ομιλητή προσδίδει περιεχόμενο στο λόγο, αυτός ο λόγος, από την άλλη πλευρά, καθορίζει τη γνώμη που θα έχουμε για τον ομιλητή. Αυτό που οι αρχαίοι ονόμαζαν ethos oratoire συνοψίζεται στην εντύπωση που δίνει ο ομιλητής για τον εαυτό του μέσα από τα λεγόμενά του.»11

Εντούτοις, το ήθος έχει βαρύνουσα σημασία στην ρητορική τέχνη: αποτελεί την εικόνα που κατασκευάζει κάθε ομιλητής για τον εαυτό του ούτως ώστε να γίνει πιστευτός. Πρέπει να υπογραμμίσουμε αυτήν την έννοια της κατασκευής ώστε να αποκαταστήσουμε με ακρίβεια το αριστοτελικό κείμενο: «Πάντως το αποτέλεσμα πρέπει να προέρχεται από την αγόρευση…», δηλώνει ρητά στην Ρητορική12. Κάθε εκφορά λόγου, λοιπόν, κατασκευάζει μία εικόνα του υποκειμένου που εκφέρει τον λόγο αυτό.

Το ήθος σε αυτό το πλαίσιο αποτελεί μία προβολή, μία γλωσσική κατασκευή, και ως τέτοια οφείλει να αναλυθεί εκ νέου μέσα στα σύγχρονα συγκείμενα και κυρίως με βάση τα κεκτημένα αυτού που σχηματικά αποκαλούμε «γλωσσική στροφή».

Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ήθος χωρίς να μιλήσουμε για μια έννοια υποκειμενικότητας. Φυσικά, η αποσταθεροποίηση του καρτεσιανού cogito (και) μέσα από την παραδοχή της εξάρτησης της ανθρώπινης συνείδησης από τη γλώσσα είναι ένα θέμα για το οποίο έχουν σπαταληθεί τόνοι μελανιού στην σύγχρονη φιλοσοφία και ξεπερνά κατά πολύ τα όρια του παρόντος κειμένου. Θα προσπαθήσουμε να συνοψίσουμε παραπέμποντας:

«Η λεγόμενη «γλωσσολογική στροφή» του ύστερου 20ου αιώνα αφαιρεί τα προνόμια και την κυριαρχία της υποκειμενικότητας ως την αρχή της σύγχρονης φιλοσοφίας σε τρία βασικά επίπεδα. Κατά πρώτο λόγο, το πάντοτε και ήδη προϋπάρχον γλωσσικό δίκτυο, το οποίο τα υποκείμενα δεν εφευρίσκουν αλλά αντίθετα χρειάζονται ώστε να μπορούν να διαρθρώσουν τους εαυτούς τους στον κόσμο, θέτει στην θέση της στοχαστικά αντικειμενοποιημένης γνώσης… την ανακεφαλαιωτική ανασυγκρότηση της γνώσης που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί.
 Κατά δεύτερο λόγο, ανατρέπει το ουσιωδώς μονολογικό μοντέλο της πράξης που προσιδιάζει στη φιλοσοφία του υποκειμένου, διότι αντί να προχωράει από μια αντίληψη του λόγου ως αφηρημένου, ασώματου και απαλλαγμένου από κάθε κοινωνικό πλαίσιο … τονίζει τη γλωσσική διαμεσολάβηση των επιθυμιών, των σκοπών και των στόχων, δηλαδή τη δημιουργική δύναμη κάποιου ήδη μορφοποιημένου Λόγου.
Τέλος, τονίζει την ερμηνευτική ακαθοριστία της ανθρώπινης πράξης.»13

Το μετα-νιτσεϊκό, διχασμένο, αποδομημένο, μη-αυτόνομο υποκείμενο, το υποκείμενο ως πολλαπλότητα, έχει σαφώς συνέπειες στην ανάλυση περί ήθους. Θα έπρεπε ωστόσο να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε αυτό το σημείο διότι, όπως αφήσαμε να διαφανεί και πιο πάνω, η ιδέα μιας απόλυτα κατασκευασμένης γλώσσας και, συνεπακόλουθα, ενός απόλυτα κατασκευασμένου υποκειμένου εκφοράς αυτής της γλώσσας δεν αποτελεί παρά την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος.
 Στη διαλεκτική απόλυτη αυτονομία / απόλυτος προσδιορισμός πρέπει να αναζητήσουμε εκείνο το χώρο που προσφέρει στο (ούτως ή άλλως) προσδιορισμένο υποκείμενο μια δυνατότητα αυτονομίας.

Αυτό που προτείνουμε εδώ είναι μία έννοια ήθους που πραγματοποιεί τη σύγκλιση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού, που τοποθετεί το υποκείμενο μέσα στο λόγο ξαναφέρνοντας ταυτόχρονα το λόγο στο υποκείμενο. 

«Δεν μπορούμε πια να θέσουμε το υποκείμενο ως εξωτερικό προς το λόγο που αυτό εκφέρει, γιατί το πραγματικό ερώτημα είναι να μάθουμε, από τη στιγμή που υπάρχει λόγος, πώς το υποκείμενο παρουσιάζεται / παρουσιάζει τον εαυτό του μέσα στο λόγο. Από τη σκοπιά του ήθους, ξέρουμε εκ των προτέρων ότι το υποκείμενο δεν μπορεί να βγει από την ρητορική.»14

Η τάση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια για μία επανεξέταση της έννοιας του ήθους από διάφορους θεωρητικούς, που ξεκινούν από συναφή θεωρητικά πεδία και συνδιαλέγονται μεταξύ τους χωρίς ωστόσο να αυτοπροσδιορίζονται ως σχολές σκέψης, σχετίζεται σαφώς με την επιστροφή της ρητορικής στο πεδίο των επιστημών του λόγου. Το ρητορικό ήθος ξαναδιαβάζεται, ξαναμελετάται και προσαρμόζεται ποικιλοτρόπως – πάντα με σημείο εκκίνησης την αριστοτελική πραγματεία περί ρητορικής. Σημείο εκκίνησης για την ανάπτυξη της προβληματικής που διέπει την παρούσα εργασία αποτέλεσε η έκδοση ενός συλλογικού τόμου που επιγράφεται Images de soi dans le discourse – La construction de l’ethos15 και επιχειρεί μία πρώτη κωδικοποίηση των σύγχρονων αναλύσεων περί ήθους. Με βάση αυτό προσπαθήσαμε να κατασκευάσουμε μία όσο το δυνατόν παραστατική και αντιπροσωπευτική διήγηση για το πώς η έννοια του ρητορικού ήθους ξαναποκτάει βαρύτητα στις επιστήμες του λόγου και ανοίγει νέους θεωρητικούς ορίζοντες.

σημειώσεις:

 11 Perelman, Chaim και Olbrechts-Tyteca, Lucie, Traité de l’argumentation, σελ. 429, Edition de l’université de Bruxelles

12 Αριστοτέλης, Ρητορική, Τόμος Α, σελ. 21, Ζαχαρόπουλος, Αθήνα. Μεταφράζουμε εδώ από το αρχαίο κείμενο και επισημαίνουμε την λανθασμένη απόδοση στα νέα ελληνικά από τον Ηλιού που αλλοιώνει εντελώς το νόημα του κειμένου!

13 Λίποβατς-Ρωμανός, Το υποκείμενο στην ύστερη νεωτερικότητα, σελ. 13-14, Νήσος. Η υπογράμμιση δική μου

14 Cornilliat, F., και Lockwood, R. (επιμ.), Ethos et pathos, Le status du sujet rhétorique, Colloque International de Saint-Denis (19-21 Juin 1997), 2000, Honore Champion

15 Amossy, R. (επιμ.), Images de soi dans le discours. La construction de l’ethos, Παρίσι 1999, Delachaux et Niestlé. Θεωρούμε απαραίτητο να αναφέρουμε εδώ ότι υπάρχει και μία άλλη σύγχρονη θεωρητική τάση που πραγματεύεται την έννοια του ρητορικού ήθους. Σε αντίθεση με την τάση που κυριαρχεί στη γαλλική βιβλιογραφία, η οποία αντλεί από πειθαρχίες όπως η πραγματολογία, η θεωρία του επιχειρήματος και η ανάλυση λόγου, ο συλλογικός αυτός τόμος που εκδίδεται στις Η.Π.Α. και πραγματεύεται την έννοια του ρητορικού ήθους έχει εντελώς διαφορετική κατεύθυνση, γεγονός που επισημαίνεται και από την ίδια την Amossy στην εισαγωγή της: «Παρόλο που αυτό το έργο δεν είναι το πρώτο που τοποθετεί την έννοια του ρητορικού ήθους στη σύγχρονη σκέψη, διαφοροποιείται από την προσπάθεια που έγινε πρόσφατα στις Η.Π.Α. στο Ethos: New Essays στο βαθμό που επιχειρεί να χρησιμοποιήσει εργαλεία ανάλυσης από τη θεωρία του επιχειρήματος και την πραγματολογία.» Ξεκινώντας συνεπώς από τη διαπίστωση ότι η φύση του υποκειμένου και των αναπαραστάσεων του μέσα στη γλώσσα τίθενται σε ριζική αμφισβήτηση από τις θεωρίες της ψυχανάλυσης, των μαρξιστικών σπουδών και της αποδόμησης, ο συγκεκριμένος τόμος προτείνει μία επαναδιαπραγμάτευση της ρητορικής έννοιας του ήθους με βάση αυτήν την προοπτική. Θεωρήσαμε (ελπίζουμε όχι άσκοπα) ότι το να προσπαθήσουμε να στήσουμε ένα διάλογο ανάμεσα σε πειθαρχίες που δεν συνδιαλέγονται μεταξύ τους υπερβαίνει τα όρια μίας διπλωματικής εργασίας. Επιλέξαμε ως εκ τούτου να μην επεκταθούμε καθόλου σε αυτό το έργο, καθόσον τόσο οι προϋποθέσεις όσο και τα πορίσματα της ανάλυσής του, μολονότι παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, μοιάζουν ωστόσο ριζικά ασύμβατα με αυτά που διαπραγματευόμαστε εδώ.

Απόσπασμα
 από την
Διπλωματική εργασία
της
Τάκου Ελένης

Με τίτλο

Η έννοια του ρητορικού ήθους στην ανάλυση λόγου –
Το παράδειγμα του φιλοσοφικού κειμένου


πίνακας: Σαλβαντόρ Νταλί

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα