Η Μυρτώ Τάσιου και ο Σπόρος του Θανάτου





Μετά από την αναγγελία του θανάτου της κόρης της Κατερίνας Γώγου Μυρτώς , μια σκέψη κυριάρχησε στο μυαλό μου:
H οικογένεια μπορεί να σκοτώνει ακόμα και όταν έχει διαλυθεί, ακόμα όταν τα μέλη της έχουν πεθάνει και τα νέα έχουν καταλάβει τους παλιούς τους ρόλους. Ακόμα και τότε κρατά την δύναμη του θανάτου που έχει μεταλαμπαδεύσει στις επερχόμενες γενεές και φανερώνει ότι η καταστροφική της φύση λειτουργεί διαχρονικά.

Η ποιήτρια Κατερίνα Γώγου, είναι αυτή που εξέφρασε όλη την καταπίεση που δέχτηκε η γενιά της και γενικά οι διάφορες γενιές πριν από αυτή και μετά, από ένα πολιτικό-κοινωνικό κατεστημένο που η αυταρχικότητα του δεν επιτρέπει την ελευθερία και την αυτονόμηση του ατόμου αλλά επιβάλλει την σιωπή και την υποταγή του. Είναι αυτή η φωνή η οποία διαχρονικά έρχεται σαν μαρτυρία πάνω στην λουστραρισμένη πραγματικότητα να χαράξει την κραυγή της ελευθερίας.

Όμως η αναρχική ποιήτρια των Εξαρχείων ξέχωρα από την πολιτική διάσταση του έργου της, δεν παύει η ίδια να είναι ένα κακοποιημένο παιδί. Ένα παιδί που υπέστη την βία σε διαφορετικές μορφές, είτε αυτή του ξυλοδαρμού, είτε του εγκλεισμού, είτε του ψυχολογικού εκβιασμού το οποίο εκφράζεται επίσης μέσα από το έργο της.

Υπάρχει λοιπόν από την μια πλευρά η πολιτική διάσταση, η οποία έχει να κάνει με το πολιτικό αυταρχισμό σαν μηχανισμό καταπίεσης και αλλοτρίωσης και από την άλλη η προσωπική, η οποία έχει να κάνει με την οικογένεια, η οποία είναι επίσης, ένας μηχανισμός καταπίεσης και αλλοτρίωσης. Στο έργο της βλέπουμε πολύ καθαρά αυτούς τους δύο μηχανισμούς να λειτουργούν μαζί . Διακρίνουμε τον ένα να βοηθά τον άλλο.

Η οικογένεια της όπως και κάθε οικογένεια, που την απαρτίζουν γονείς εγκλωβισμένοι στο ναρκισσιστικό, εγωιστικό υπάρχω, τσακίζει τα παιδιά της. Tα συντρίβει μπροστά στον αυταρχισμό του παραλόγου.  Tα κάνει να βλέπουν τον εαυτό τους σαν μιαρό κατάλοιπο, ή σαν έκκριμα από μια γονεϊκή πληγή που ο ίδιος ο γονιός δεν είχε αντιληφθεί την ύπαρξή της. Η οικογένεια είναι η πρώτη μορφή αυταρχισμού που συναντάει το παιδί πριν γνωρίσει την κοινωνική της μορφή.

Έτσι με την συμπεριφορά τους οι γονείς της Κατερίνας ανοίγουν τον δρόμο του θανάτου που κουβαλάν μέσα τους και το δωρίζουν στα παιδιά τους, όπως κάνει ο πατέρα της, για τον οποίον γράφει....
Εσύ που ξέρεις τόσα, μα τόσα πολλά, πήρα το κώνειον, έφαγα όλο το φαί, όλα μου τα χάπια. Ερχόμουνα όπως με είχες εκπαιδεύσει στη Βία, να σε βρω στο καφενείο, στου Μακρυγιάννη, που έπαιζες πρέφα, να σου θυμίσω να με δείρεις, αλλά δεν είχε τελειώσει η παρτίδα καιμου'λεγες :"Ξανάλα σε μια ώρα",κι εγώ ερχόμουν ξανά και ξανά,μέχρι να αισθανθώ τη βία σαν λύτρωση, μαθαίνοντας να προσεύχομαι σ' αυτό που δεν ήξερα, στο Θεό, να με δείρεις με την πέτσινη λούρα σου, να με χτυπάς στα γόνατά και στα καλάμια με τα μυτερά σου καφετιά παπούτσια, ν' ανοίγεις το ραδιόφωνο, το αρχαίο, πολύ δυνατά, μήπως κλαίω πολύ δυνατά κι έρθει ο διπλανός οδοντογιατρός, που ήταν κι αυτός κομουνιστής, κι εσύ διευθυντής στο υπουργείο Γεωργίας,στο Δημόσιο, και γίνεις ρεζίλι.
Και βέβαια σ' αγάπαγα κι ακόμα σ' αγαπώ, ήθελα να' σουν γαλήνιος, να μην πονάς τόσο πολύ. Ήθελα να σε μάθω: ΑΓΑΠΑΩ

Σε αυτό το κείμενο φανερώνεται ο σπόρος του θανάτου υπό μορφή ενός μίγματος αγάπης και πόνου που την συνδέει με τον πατέρα της. Μια σαδομαζοχιστική σχέση όπου γίνεται ολοφάνερη η ψυχολογική και σωματική κακοποίηση της.

Κάπου αλλού διαβάζουμε... “Εδώ θα σταματήσω αυτή την κουβέντα μας, όμως θα τα ξαναπούμε,γιατί αισθάνομαι βαθιά πως κάτι δεν ξέρω. Και ίσως μέσα απ' αυτό το γραπτό βρω κάποια ίαση στη ψυχή μου, γιατί εγώ ,μπαμπά, πονάω αιώνια πολύ...
...Δεν ξέρω αν είμαι σε θέση να σου δώσω συγχώρεση όμως σ' αγαπάω πολύ”.

Μαθαίνουμε ότι το είχε σκάσει αρκετές φορές από το σπίτι, και ότι και η μητέρα της δεν έπαιρνε το μέρος της, αλλά συνεργαζόταν με τον πατέρα της και με την αστυνομία.

Μέσα από τέτοιες διαδικασίες η οικογένεια της Κατερίνας, είχε σπείρει το σπόρο του θανάτου, αντί της ζωής στα μέλη της, του οποίου την συγκομιδή την έκανε πρώτα η Κατερίνα και μετά η κόρη της. Δηλαδή ενώ η Κατερίνα γίνεται το “είδωλο” μιας αναρχικής κουλτούρας των Εξαρχείων, κουβαλάει το κορμί της διάτρητο από το θάνατο που έχει “φυτευτεί” μέσα της από πολύ μικρή από τον πατέρα της και τον οποίον η ίδια “φύτεψε” στην κόρη της.

Διότι και εκείνη με την σειρά της αρχίζει να συμπεριφέρεται περίεργα με την Μυρτώ. Διότι και εκείνη γίνεται ένας μηχανισμός καταπίεσης και αλλοτρίωσης για το παιδί της. Αναλαμβάνει σε οικογενειακό επίπεδο να συνεχίσει αυτό που έκανε ο πατέρας της και η οικογένεια της στον εαυτό της και κατ' επέκταση στο παιδί της.

Γίνεται και αυτή χωρίς να το θέλει μια μηχανή καταπίεσης και αλλοτρίωσης για το παιδί της!!

Στο ποίημα της “9 χρονών” γράφει:

"Όταν ξυπνήσεις το πρωί
και δεν θα βρεις στο πάτωμα
χαπάκια πουλόβερ και σουτιέν
και χτυπήσεις με δύναμη την πόρτα
χωρίς ν'ακούσεις πίσω σου το υστερικό μου "σκασμός"
μη βάλεις τα κλάματα και πας για να με βρεις
στην παιδική μου φωτογραφία που σε κοιτάει. Ποτέ δεν έβλεπα” ...

Πόσο οδυνηρή και βίαιη είναι αυτή η εικόνα για ένα παιδί. Τα χαπάκια, το σουτιέν και το πουλόβερ που βρίσκει πεταμένα. Ένα παιδί έξω από την κλειστή πόρτα της μητέρας του που αγωνιά, που βιώνει την απόρριψη, το φόβο για την κατάστασή της και τον φόβο για την δική του κατάσταση. Που βιώνει την βία της αυτοκαταστροφής που εκπέμπει η παρουσία της μάνας της. Η προσπάθεια να την πλησιάσει, να πάει κοντά της κτυπώντας την πόρτα της, και από μέσα ακούγεται ένα “σκασμός”.

Στους δε, δυο πάρα κάτω στοίχους, 
μη βάλεις τα κλάματα και πας για να με βρεις
στην παιδική μου φωτογραφία που σε κοιτάει Ποτέ δεν έβλεπα
εκφράζεται η τραγικότητα της παιδικής ηλικίας και των δύο. 

Σε αυτούς τους στοίχους η μικρή Κατερίνα και μικρή Μυρτώ συναντιόνται στην απόγνωση και τον πόνο, στην βία και την απελπισία. Μάνα και κόρη στην ίδια μοίρα. Όμως ούτε η μία ούτε η άλλη μπορεί να βοηθήσει και να βοηθηθεί, αλλά θα υποστούν την βία η οποία δεν μπορεί να περιοριστεί από καμιά τους.

Η σκηνή που περιγράφει το ποίημα δείχνει το εύρος της οικογενειακής τραγικότητας που έζησε η Μυρτώ, δίπλα στη Κατερίνα, το οποίο μοιάζει με την τραγικότητα του οικογενειακού σκηνικού που έζησε η Κατερίνα δίπλα στον πατέρα της.

Η επανάληψη των βίαιων καταστάσεων με άλλη μορφή παίρνουν την θέση τους μέσα στο χρόνο έτσι που να νομίζει κανείς ότι τίποτα δεν κινείται παρά μόνο ο θάνατος. Ο θάνατος, αυτός ο γνωστός φίλος βρίσκει την Μυρτώ, μετά από την μητέρα της, στην ίδια περίπου ηλικία και με τον ίδιο σχεδόν τρόπο.

Γι αυτό λέω ότι η οικογένεια μπορεί να σκοτώνει ακόμα και όταν τα μέλη της έχουν πεθάνει και τα νέα έχουν καταλάβει τους παλιούς τους ρόλους. Ακόμα και τότε κρατά την δύναμη του θανάτου που έχει μεταλαμπαδεύσει στις επερχόμενες γενεές και φανερώνει ότι η καταστροφική της φύση λειτουργεί διαχρονικά.

Κερεντζής Λάμπρος

Σχόλια

Ο χρήστης Unknown είπε…
Εξαιρετικό το άρθρο σας Κύριε Κερεντζή, τόσο από πλευράς περιεχομένου, όσο και από πλευράς γλώσσας. Τους δικούς μου προβληματισμούς συνοψίσατε κι εσείς, μόλις διάβασα την είδηση, αλλά πόσο ωραία τους τοποθετήσατε...! Για εσάς μου είχε μιλήσει πολλές φορές η κυρία Αναστασία Γολεμάτη, κι όλο έλεγα πως θα βρω το χρόνο να μπω στο blog σας, αλλά πάντα κάτι τύχαινε... Λοιπόν τώρα θα το κάνω, και θα παρακολουθώ τις αναρτήσεις σας από κοντά.

Με εκτίμηση

Δώρα Νικολαΐδου
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας - Ψυχοθεραπεύτρια
Συγγραφέας
Ο χρήστης Λάμπρος Κερεντζής είπε…
Ευχαριστώ πολύ, να είσθε καλά, χαίρομαι που σας αρέσει.
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Πολύ στοχευμένη η ανάλυση . ωστόσο θα πρεπει να διατυπωθεί πως η οικογένεια μπορεί να είναι καταστροφική και καταπιεστική .
Νομίζω οτι οι γονεις έχουν τη δυναμη να κανουν τόσο το κακό όσο και να εμπνεύσουν να δοσουν να προστατέψουν .
Αμαρτίες γονέων ...

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ρατσισμός: Αίτια – Συνέπειες

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ

Η Γονεϊκότητα